Rose Ausländer, Ποιήματα

Rose Ausländer, Ποιήματα
Αποτέλεσμα εικόνας για rose auslaender
Μπουκοβίνα ΙΙΙ

Πράσινη μητέρα
Μπουκοβίνα
με πεταλούδες στα μαλλιά
Πιες
λέει ο ήλιος
κόκκινο γάλα καρπουζιού
άσπρο γάλα καλαμποκιού
εγώ το γλύκανα
Μαβιά κουκουνάρια
αέρινα φτερά πουλιά και φυλλωσιές
Η ράχη των Καρπαθίων
πατρικά
σε προσκαλεί
να σε σηκώσει
Τέσσερεις γλώσσες
τετράγλωσσα τραγούδια
Άνθρωποι
που καταλαβαίνονται


*
Παιδική ηλικία ΙΙ


Το γάλα το πρωί
τρέχει από το παράθυρο
το σοκάκι καλεί τα παιδιά
θέλω να παίξω μαζί τους
στο βασίλειό μου
Δεν επιτρέπεται
Διοικώ μόνη την επικράτειά μου:
το γένος από κούκλες
τα τουβλάκια
και ένα Προύθο από χαρτί
Φοβισμένη φρουρώ
το θησαυροφυλάκιό μου
αγγέλους με ανοικτά φτερά
Ο μάγος με τα μαύρα γένια
τις νύχτες με μεταμορφώνει
σε τραπουλόχαρτο
ντάμα πίκα με σκήπτρο στο δεξί
Δεν πρέπει να κλαίω
που του αξίωμα μου είναι τόσο βαρύ
φυλάω εδώ κι εκεί το χρόνο
ένα εκκρεμές ανάμεσα
στο γάλα και την σκιά
Κάτω από το μπαλκόνι
παίζουν παιδιά
οι υπήκοοι μου

*
Ένα παραμύθι ΙΙ

Στον Προύθο λικνίζονται
καθρεφτισμένες οι ιτιές
Εγώ κολύμπησα
είπα τραγούδια
Ήταν
κλεμμένες ξέγνοιαστες ώρες
με φίλους και
φιλικούς ξένους
Στο σπίτι με περίμεναν
σημαντικά βιβλία και
άγραφες κόλλες χαρτί
Διάβασα έγραψα
και ονειρεύτηκα
πως όλα θα πήγαιναν
πάλι καλά
Ένα παραμύθι
λίγο πριν
απ΄του κόσμου την καταστροφή

*
Μάης 1940

Ζουμπούλια
με χρυσόλευκο άρωμα
Βροχή ξεπλένει
το γαλάζιο δέρμα του Μάη
Αγρότισσες
με καλάθια στο κεφάλι
φέρνουν χορταρικά στην αγορά
Ένα αγόρι παίζει
μια μελαγχολική μελωδία
στη φυσαρμόνικα
Σκαθάρια χορεύουν
γύρω απ΄τα φώτα των δρόμων
Ένας ποιητής γράφει στίχους
στο απειλητικό μέλλον

*
 

Τα περασμένα

Ακόμα και τα περασμένα
έχουν φτερά
είναι φτιαγμένα από κύτταρα
ενός χαμένου σώματος
Στη χώρα της οξιάς*
πρασινίζουν τα δάση
Ο αγαπημένος
έχει καταγάλανα μάτια
Παιδιά παίζουν με καρύδια
που πέφτουν βροχή από τον ουρανό
Στον Προύθο κολυμπούν
γυμνές αναμνήσεις
Ο πατέρας πεθαίνει
η μητέρα πεθαίνει
Ο πόνος είναι δέντρο
με πικρούς καρπούς

(Στμ: *Η ονομασία της Μπουκοβίνας για τους ντόπιους)

*

Παιδικό πιάνο

Δώστε μου
το πιάνο μου το παιδικό
Ο κούκος φωνάζει από το δάσος*
όλα τα ανανεώνει ο Μάης
έχει περάσει καιρός
Ένα μόνο λεπτό
Έχω μείνει παιδί
φωνάζει ο κούκος μου από το δάσος
όλα τ΄ανανεώνει ο δικός μου Μάης
η μητέρα τραγουδά
«έχει περάσει καιρός»
Με δυο δάχτυλα
την συνοδεύω
στο παιδικό πιάνο

(Στμ: * Πρώτος στίχος γερμανικού παιδικού τραγουδιού)
.
*
Άπατρις


Άπατρις΄
ξένη πατρίδα
σ΄εσένα θα μείνω πιστή
Φωνές
φθάνουν γραμμένες
αγκαλιάζουν τη γη
κρατούν τον ουρανό
χαρίζοντάς μου
άνοιξη και χιόνι
Από τη χώρα μου το Πουθενά
έρχομαι
με τις λέξεις μου
σε σένα
ξένε φίλε
λάμψεις απλώνοντας
επάνω στο σκοτάδι
την κοινή μας πατρίδα

*
Επιστροφή ΙΙ


Καλά εξοπλισμένοι
στην επιστροφή
για να ξεθάψουμε
το γωνιωτό δρομάκι
που πάνω του είχε γκρεμιστεί ο ουρανός
Πλάι – πλάι τα σπίτια
ψιθύριζαν το ένα στο άλλο μύθους
πατέρων κληρονομιά
Οι ακούραστες γυναίκες δίπλα στη φωτιά
διάβαζαν προμηνύματα στις σπίθες
παντρειά επισκέψεις θάνατος
Μένουμε στάσιμοι δεν προχωράμε
Μόνο χάλκινα σκουριασμένα νομίσματα συντρίμμια
Πού έστεκε ο κήπος των σταυρών
Κανείς σταυρός
δεν φανερώνει τη θέση
θέση καμιά δε δείχνει
που να ψάξουμε
που θα ξαναβρεθούμε
κακά εξοπλισμένοι στην επιστροφή
γιατί οι νεκροί μας λείπουν
κυνηγημένοι
από το φως

*
Το αηδόνι μου

Η μάνα μου ήταν κάποτε λαφίνα
Τα μελιά μάτια
και η χάρη
της είχαν μείνει από αυτήν την εποχή
Στη γη υπήρξε
μισός άγγελος μισός άνθρωπος -
στη μέση ήταν μάνα
Μια φορά που τη ρώτησα τι θα΄ θελε να γίνει
είχε πει: αηδόνι
Τώρα είναι αηδόνι
Κάθε νύχτα την ακούω
στον κήπο του άγρυπνου ονείρου μου
Ψάλλει τη Σιών των προγόνων
τραγουδά την παλιά Αυστρία
τα βουνά και τα δάση οξιάς
της Μπουκοβίνας
μου τραγουδά κάθε νύχτα
το αηδόνι μου
στον κήπο του άγρυπνού μου ονείρου

*
Μετάφραση: Γιώργος Καρτάκης
*
(Τα ποιήματα της ανάρτησης περιέχονται στην ενότητα «Μπουκοβίνα, πράσινη μητέρα»)

Επτά φορές την κόλαση περνώντας
Φωτογραφία Χρήστος Δημάκης:  Μπουκοβίνα
.
Μόνο στα τελευταία χρόνια της ζωής της, η ποιήτρια Ρόζε Άουσλεντερ, η οποία γεννήθηκε στο Τσέρνοβιτς της Ρουμανία ως κόρη γερμανόφωνης εβραϊκής οικογένειας, κατάφερε να διακριθεί. Σήμερα θεωρείται μια από τις σημαντικότερες φωνές της Γερμανικής μεταπολεμικής λογοτεχνίας.
Στην διαπίστωση του Φραντς Κάφκα βρήκε, όπως η ίδια είχε αναφέρει, μια εύστοχη περιγραφή της ζωής της:
«Υπάρχει λοιπόν πολλή ελπίδα, αλλά όχι για μας».

Ωστόσο, τα παιδικά και νεανικά της χρόνια δεν ήταν χωρίς ελπίδα. Μεγάλωσε - γεννημένη στις 11 Μαϊου 1901 - ασφαλής ως Ρόζε Μαρί Σέρτσερ σε μια φιλελεύθερη, γερμανόφωνη εβραϊκή οικογένεια στο ρουμανικό Τσέρνοβιτς, το οποίο εκείνη την εποχή ανήκε στην Αυστροουγγαρία και αποτελούσε μια πόλη κατοικημένη από τέσσερεις λαούς. Ολόγυρα απλωνόταν τα τοπία της Μπουκοβίνας, τα οποία αναπολεί στα ποιήματα της:

Πράσινη μητέρα / Μπουκοβίνα /με πεταλούδες στα μαλλιά /Πιες / λέει ο ήλιος / κόκκινο γάλα καρπουζιού /άσπρο γάλα καλαμποκιού / εγώ το γλύκανα / Μαβιά κουκουνάρια / αέρινα φτερά πουλιά και φυλλωσιές / Η ράχη των Καρπαθίων/ πατρικά / σε προσκαλεί / να σε σηκώσει / Τέσσερεις γλώσσες / τετράγλωσσα τραγούδια / Άνθρωποι / που καταλαβαίνονται

Ένα κορίτσι που διψούσε για μάθηση, που του άρεσαν οι πανεπιστημιακές σπουδές, που αρεσκόταν να συζητά για φιλοσοφία με τους συμφοιτητές της. Γνώρισε τον Πάουλ Τσέλαν, ο οποίος ομοίως καταγόταν από το Τσέρνοβιτς και εκείνη την εποχή έγραφε τα πρώτα του ποιήματα, και η Ρόζε Άουσλεντερ – όπως πια ονομαζόταν μετά τα τέσσερα χρόνια γάμου με τον συμφοιτητή της Ιγκνάτς Άουσλεντερ – ήθελε επίσης να γράψει:

«Γιατί γράφω; Ίσως γιατί γεννήθηκα στο Τσέρνοβιτς, ίσως γιατί ο κόσμος γεννήθηκε μέσα μου στο Τσέρνοβιτς, σ΄ εκείνο το μοναδικό τοπίο με τους ιδιαίτερους ανθρώπους. Στον αέρα αιωρούνταν παραμύθια και θρύλοι – τα ανέπνεες»


Ο πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος είχε καταστρέψει την παλιά πατρίδα και η Ρόζε Μαρή Άουσλεντερ προσπάθησε να κάνει μια νέα αρχή στην Αμερική. Το 1931 επέστρεψε στο Τσέρνοβιτς, για να φροντίσει την άρρωστη, αγαπημένη της μητέρα. Το 1941 εισβάλουν στην περιοχή τα γερμανικά στρατεύματα:

«Χθες θάψαμε τον ήλιο. / Ήταν μια ατέλειωτη έκλειψη. / Ύστερα ήρθαν αυτοί με φοβερές σημαίες και πιστόλια / και πυροβόλησαν όλα τα αστέρια και το φεγγάρι /για να μην έχουμε φως / για να μην μας αγαπά πια κανένα φως.»

Από το γκέτο, στο οποίο απομονώθηκαν μητέρα και κόρη, μπόρεσαν να διαφύγουν και κατόπιν να επιβιώσουν σε υπόγεια καταφύγια. Με το τέλος του πολέμου, το 1945, ήταν μεταξύ των πέντε μόνο εκείνων χιλιάδων που είχαν επιβιώσει από τους πρώην εξήντα χιλιάδες Εβραίους του Τσέρνοβιτς. Η Ρόζε αποφάσισε να μεταναστεύσει και πάλι στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Σε μια από τις επισκέψεις της στην Ευρώπη, συνάντησε ξανά στο Παρίσι τον Πάουλ Τσέλαν και του διάβασε ποιήματά της: μια αποκάλυψη, όπως είχε εκείνος σημειώσει. Ενώ τα πρώτα της ποιήματα διαβάζονται σαν απομιμήσεις ποιημάτων του Ρίλκε, μετά από αυτήν την συνάντηση με τον Τσέλαν ξέρει, ότι πρέπει επιτέλους να δοκιμάσει την δική της φωνή. «Ποίηση» για την ίδια σημαίνει:

«Επτά φορές θα περάσεις / μια κόλαση / Ο ουρανός σε βλέπει με χαρά / πήγαινε λέει / δεν έχεις να χάσεις τίποτα.»

Το 1964 επιστρέφει οριστικά στην Ευρώπη, εγκαθίσταται αρχικά στην Βιέννη, μέχρι να την κερδίσει το Ντύσσελντορφ. Η μόνιμη κατοικία έμεινε ωστόσο για πάντα μια ξένη λέξη για την ίδια:

«Δεν κατοικώ, γιατί έχω τόσο συχνά αλλάξει σπίτι, που κανένα δεν μπορεί να θεωρηθεί σπίτι μου. Το ίδιο ισχύει και για τα διαμερίσματα που είχα στην Αμερική – ήξερα, ότι εκεί είμαι εξόριστη… και ήξερα, ότι κάτι τέτοιο δεν λέγεται κατοικία. Για παλιά, για το πατρικό μου, δεν μιλώ. Νιώθω όμως, ότι ζω. Για μένα έχει αξία η ζωή και όχι η εγκατάσταση εδώ ή εκεί.»

Τα τελευταία ωστόσο χρόνια της ζωής της υπήρξαν πολύ περιορισμένα: ύστερα από μια πτώση, έζησε, μέχρι τον θάνατό της στις 3 Ιανουαρίου 1988, σε ένα γηροκομείο, χωρίς να μπορεί να εγκαταλείψει σχεδόν το κρεβάτι. Υπήρξε μια εργατική άγρυπνη, η οποία ανακάλυπτε τις νύχτες τις μορφές των ποιημάτων της κατευθύνοντας τις στην Μητέρα Γλώσσα, όπως αναφέρει σε ένα από τα ποιήματά της, συχνά με τα μάτια στραμμένα στην Μπουκοβίνα:

«Τοπίο που με εφηύρε / με φλέβες νερού / δασώδες / λόφοι με μυρτιές /μαύρες γλυκές σαν μέλι / τετράγλωσσα συναδελφωμένα / τραγούδια / στο διχασμένο χρόνο. / Υγρά κυλούν τα χρόνια / στη ρευστή όχθη.»

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις