Debora Vogel, Ποιήματα
Debora Vogel, Ποιήματα
Ένα πένθιμο φόρεμα / Οyf a troyer - kleyd
Σήμερα είναι πάλι η δεκάτη πέμπτη ημέρα του Ταμμούς*.
Ο τόπος γύρω είναι κίτρινος, ο ήλιος στρογγυλός. Ο ήλιος κίτρινος.
Είναι και πάλι ένας από τους τρεις μήνες που όλα μπορεί να συμβούν.
Σήμερα θα κρύψω το μαύρο φόρεμα.
Δώδεκα μήνες το φορούσα κάθε μέρα
το μαύρο φόρεμα από άγριο πανί.
Δώδεκα μήνες έμοιαζαν σαν να΄ναι
ένας.
Πρωί δεν είχε η μέρα,
ούτε βράδυ΄
μόνο ένας όγκος όλη - ένας γκρίζος -
από το ένα σύθαμπο στο άλλο.
Τώρα θα ήθελα να έχω πολλές μέρες,
πολλούς μήνες, πολλά σώματα.
*
Εγκάρσια / kvershnit
Υπήρχαν πολλές μέρες μέσα στη γυάλινη σφαίρα.
Ήλιοι πολλοί κι από τις δυο πλευρές
και μούχρωμα κάθε ημέρα δυο φορές.
Η ημέρα είναι ένας ορθογώνιος σβώλος.
Επτά φορές αυτός ο όγκος με δυο ήλιους
ονομάζεται εβδομάδα.
Επτά φορές κίτρινο φως - γαλάζιο φως.
Επτά φορές κίτρινος ήλιος - λευκός ήλιος.
Μετράμε τις αξόδευτες ακόμα ημέρες
και λογαριάζουμε πάλι:
δεύτερη βδομάδα, τρίτη, τέταρτη.
Ένας όγκος με τριάντα ήλιους κάνει ένα μήνα.
Τρεις μήνες με γαλάζιο ουρανό και γλοιώδη σκαλοπάτια.
Τρεις μήνες με κίτρινα μεταλλικά λουλούδια, πουλιά, ρούχα
και τρεις όπου τα πάντα είναι όμοια
κι ακόμα τρεις με ημέρες χάρτινες ρηχές σαν χρώμα λευκό.
Και δεν έρχεται τίποτα.
Πόσες φορές δεν φύτρωσαν γλοιώδη σκαλοπάτια,
πόσες φορές δεν ήρθανε ημέρες στα λευκά.
*
Για τον πόθο / fun der benkshaft
Σήμερα αγόρασα κίτρινα κεράσια,
που βγάζουνε μια νερουλή οσμή όπως κι ο πόθος.
Τα κεράσια ποτέ δε γερνούν.
Τα κεράσια είναι δεκαέξι, δεκαεφτά χρονών.
Σήμερα μοιάζω μ΄ένα κίτρινο κεράσι
και νοιώθω πάλι την μπαγιάτικη εκείνη κάπως γεύση
της περιπλάνησης στους νυχτωμένους δρόμους της πόλης
μαζί με κίτρινα φώτα.
Κάτι θα έπρεπε στον κόσμο να συμβαίνει κάθε βράδυ,
κάτι να έρχεται
από τους τόσους διαδρόμους
που τόσοι άνθρωποι φτιάχνουν τη μέρα.
Όμως το ίδιο όπως και πριν ένα χρόνο,
όπως πριν δυο, το ίδιο όπως τρία χρόνια πριν
τίποτα δεν έγινε πάλι.
Τη γεύση μόνο καταλάβαινα
τη νερουλή
του πόθου.
*
Βυσσινόχρωμος ήλιος / karshnroyte zun
Χθες ήτανε ο ήλιος βυσσινόχρωμος,
ολόγιομο κεράσι ήτανε ο ήλιος
κι ανάδινε μια μυρωδιά κίτρινου μέταλλου στην πυρά -
μια έντονη μεταλλική οσμή.
Στον άσπρο βυσσινόκηπο του δειλινού
κομμάτια έγινε του ήλιου το κεράσι.
Ρούφηξα την παχύρευστη σάρκα
από χαμένα δειλινά και μέρες αξόδευτες
σαν να΄πινα από ένα μεγάλο ηλιακό καρπό
που έχει την στριγκιά οσμή κίτρινων,
στο χρώμα της σκουριάς κατάκοπων μετάλλων.
*
Ερωτικό / libes - lid
Δεν ήταν μια κίτρινη μέρα που όλα μπορεί να συμβούν,
ούτε ένα βράδυ γαλάζιο που σβήνεις από την προσδοκία
όταν ήρθες
μόνο ένα γκρίζο απόγευμα
ανάμεσα σε δυο μέρες μουντές, όμοιες.
Έπεφτε ένα χιόνι υγρό, κουρασμένο,
όπως σταλάζουν και οι μέρες ανθρώπων έρημων,
που δεν θέλουν τίποτα πια.
Τώρα έρχεσαι μόνο. Μόνο τώρα.
Γιατί πάντα να έρχονται όλα όταν είναι ήδη αργά;
*
Η κούραση της προσμονής / midkeyt fun vartn
Εικοσιπέντε χρόνια περιπλάνησης -
ακόμα δεν κουράστηκαν τα πόδια σου;
Εικοσιπέντε χρόνια τους ίδιους δρόμους διασχίζω.
Όλους τους δρόμους πάνω κάτω τρέχοντας
ποτέ δεν σε συνάντησα
ούτε στον πρώτο, μα ούτε και στο δεύτερο.
Τώρα να έρθεις.
Τώρα, που δεν θα σε ρωτήσω πια ποιος είσαι.
Πάρε τα χείλη μου. Τις λέξεις τις χρωματιστές μου πάρε!
*
Aς πούμε αντίο / gezegenen
Το πέμπτο φθινόπωρο,
από τότε που μαζί μετράμε φθινόπωρα.
Τόσες και τόσες φορές
λιώσαμε
στου πάθους μέσα την κίτρινη φωτιά, στη γκρίζα γαλήνη.
Σύντομα θα΄ρθουνε πάλι οι μέρες του Ελούλ*,
μαζί κι εκείνο το υγρό, το βαρύ γκρίζο
που τίποτα πια δεν επιθυμεί.
Και πάλι εμείς μονάχοι μας
πηγαίνουμε.
Στους ίδιους δρόμους μέσα τριγυρνάμε
χωρίς να συναντιόμαστε.
*
Σ.τ.μ: *Ταμμούς: Ο δέκατος μήνας του εβραϊκού ημερολογίου. 29 ημέρες μεταξύ Ιουνίου και Ιουλίου.
.
*Ελούλ: Ο δωδέκατος μήνας του εβραϊκού ημερολογίου. 29 ημέρες μεταξύ Αυγούστου και Σεπτεμβρίου.
.
Μετάφραση: Γιώργος Καρτάκης
**
Η Debora Vogel (Ντέμπορα Φόγκελ) γεννήθηκε το 1900 στο Μπουρστύν της Γαλικίας στην πάλαι ποτέ Μοναρχία της Αυστροουγγαρίας και πέθανε το 1942 στο εβραϊκό γκέτο του Λέμπεργκ. Καταγόταν από μια οικογένεια διανοούμενων, η οποία απέδρασε στη Βιέννη κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Με το πέρας του πολέμου και την ανεξαρτησία της Πολωνίας η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην πόλη Λέμπεργκ (Λεμβέργη ή Λβιβ όπως ονομάζεται σήμερα), όπου η Φόγκελ ολοκλήρωσε της γυμνασιακές της σπουδές και κατόπιν εργάστηκε ως νηπιαγωγός σε ορφανοτροφείο. Μετά το 1919 σπούδασε Φιλοσοφία και Ψυχολογία στα Πανεπιστήμια του Λέμπεργκ και της Κρακοβίας, όπου το 1924 συνέγραψε την διδακτορική της διατριβή με θέμα την επιρροή της Αισθητικής του Χέγκελ στον Γιόζεφ Κρέμερ. Στη συνέχεια εργάστηκε στο Πανεπειστήμιο του Λέμπεργκ ως καθηγήτρια Ψυχολογίας.
Η Φόγκελ έγραψε στα Πολωνικά και τα Γίντις - την διάλεκτο των Εβραίων της Ευρώπης - και μετέφραζε συχνά η ίδια τα κείμενά της από τα Γίντις στα Πολωνικά. Τα Γίντις δεν ήταν η μητρική της γλώσσα - στο πατρικό της μιλιούνταν Πολωνικά και Γερμανικά - και η ίδια ήταν ήδη ενήλικη όταν αποφάσισε να γράψει σ΄αυτά. Από αυτή την άποψη, η απόφαση να γράψει στα Γίντις και όχι στα Πολωνικά, θα πρέπει να εκτιμηθεί ως ιδιαίτερο χαρακτηριστικό στην λογοτεχνική της πορεία.
Η εμφάνιση της στα γράμματα γίνεται το 1930 με την ποιητική συλλογή «Τοg-figurn» (Μορφές της μέρας) και ακολουθούν, το 1934, η ποιητική συλλογή «Manekinen» (Kούκλες ραπτικής) και, το 1935, μια συλλογή πεζών κειμένων με τίτλο «Akazies blien» (Oι ακακίες ανθίζουν). Χαρακτηριστικό τόσο της ποίησης όσο και του πεζού λόγου της είναι το πάθος της για τον κονστρουκτιβισμό στη ζωγραφική και την λογοτεχνία του μοντερνισμού.
Το λογοτεχνικό έργο – και κυρίως τα ποιήματα της Φόγκελ, τα οποία δεν συνάδουν θεματικά με τα αντίστοιχα της λογοτεχνικής παραγωγής της συγκεκριμένης εποχής που είναι γραμμένα στα Γίντις – αναγνωρίζεται από μια έντονη παραστατικότητα, την οποία πολλοί κριτικοί ωστόσο χαρακτήρισαν ως «ψυχρότητα» ή «μονοτονία». Η Φόγκελ αναφέρθηκε συχνά στα γράμματά της ψύχραιμα και με ακρίβεια για την περιθωριακή αυτή θέση της στην λογοτεχνική παραγωγή: επιλέγοντας τα Γίντις ως γλώσσα συγγραφής έθεσε εαυτόν εκτός πολωνικής κανονικότητας, ενώ με την πρωτοποριακή της αισθητική δεν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες του - στο Λέμπεργκ τουλάχιστον μικρού – κοινού που χρησιμοποιούσε ως γλώσσα επικοινωνίας τα Γίντις.
Στα δοκίμια της εμφανίζεται ως άριστη γνώστης της ευρωπαϊκής ζωγραφικής και λογοτεχνίας της εποχής της.
Τον Αύγουστο του 1942 εκτελέστηκε μαζί με τον σύζυγο, τον πεντάχρονο γιο και την μητέρα της στο γκέτο του Λέμπεργκ από τους ναζί.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου